Dictionary of Greek. 2013.
σουφράς — ο βλ. σοφράς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
σοφράς — και σουφράς, ο, Ν χαμηλό στρογγυλό τραπέζι φαγητού. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. sofra] … Dictionary of Greek